φωτογραφία: Νίκος Βαρδακαστάνης
Η πρώτη από τις λαικές χρήσεις της φωτογραφίας είναι η απομνημόνευση των επιτευγμάτων ατόμων τα οποία θεωρούνται μέλη οικογενειών (καθώς και άλλων ομάδων). Για ένα αιώνα τουλάχιστον, η φωτογραφία γάμου έχει αποτελέσει μέρος της τελετής στον ίδιο βαθμό με την προκαθορισμένη προφορική στιχομυθία. Οι φωτογραφικές μηχανές συμβαδίζουν με την οικογενειακή ζωή. Σύμφωνα με μια κοινωνιολογική μελέτη που έγινε στη Γαλλία, στα περισσότερα νοικοκυριά υπάρχει μια φωτογραφική μηχανή, αλλά ένα νοικοκυριό με παιδιά είναι δυο φορές πιο πιθανό να έχει τουλάχιστον μια φωτογραφική μηχανή από ένα νοικοκυριό στο οποίο δεν υπάρχουν παιδιά. Το να μη φωτογραφίζει κανείς τα παιδιά του, ειδικά όταν είναι μικρά, είναι σημάδι αδιαφορίας, με τον ίδιο τρόπο που το να απέχει κανείς από τη σχολική φωτογραφία αποφοίτησης είναι χειρονομία νεανικής επαναστατικότητας.
Μέσω των φωτογραφιών κάθε οικογένεια κατασκευάζει ένα πορταίτο - χρονικό του εαυτού της - μια φορητή συλλογή εικόνων η οποία αποτελεί μάρτυρα της συνέχειάς της. Ποιές δραστηριότητες φωτογραφίζονται δεν φαίνετε να έχει σημασία εφόσον οι φωτογραφίες τραβιούνται και περιβάλονται. Η φωτογραφία εισάγεται ως τυπικό στην οικογενειακή ακριβώς την εποχή που στις βιομηχανοποιημένες χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική αυτός ο ίδιος θεσμός της οικογένειας υφίσταται ριζική χειρουργική επέμβαση. Καθώς αυτή η κλειστοφοβική μονάδα, η μονοπυρηνική οικογένεια, σμιλευόταν μέσα από ένα πολύ ευρύτερο οικογενειακό σύνολο, ήρθε η φωτογραφία για να απομνημονεύσει, να επανεκφράσει συμβολικά τη διακινδύνευση της συνέχειας και τη μείωση της επεκτατικότητας της οικογενειακής ζωής. Σαν στοιχειωμένα ίχνη, οι φωτογραφίες προσφέρουν την απόδειξη της παρουσίας συγγενών οι οποίοι έχουν διασκορπιστεί. Το άλμπουμ φωτογραφιών μιας οικογένειας αφορά συνήθως την ευρύτερη οικογένεια - και συχνά έιναι ότι απομένει από αυτήν.
Καθώς οι φωτογραφίες προσφέρουν στους ανθρώπους τη φανταστική κατοχή ενός μη πραγματικού παρελθόντος, τους βοηθούν επίσης να αποκτήσουν την κατοχή ενός μη πραγματικού παρελθόντος, τους βοηθούν επίσης να αποκτήσουν την κατοχή ενός χώρου στον οποίο είναι ασφαλείς. Έτσι η φωτογραφία αναπτύσσεται σε στενή σχέση με μια από τις πιο χαρακτηριστικές σύγχρονες δραστηριότητες: τον τουρισμό. Για πρώτη φορά στην ιστορία, μεγάλος αριμθός ανθρώπων ταξιδεύει τακτικά έξω από το συνηθισμένο του περιβάλον για μικρά χρονικά διαστήματα. Φαντάζει κατηγορηματικά αφύσικο να ταξιδέψει κανείς για αναψυχή χωρίς να πάρει μαζί του μια φωτογραφική μηχανή. Οι φωτογραφίες προσφέρουν αδιαφιλονίκητες αποδείξεις ότι το ταξίδι έγινε, ότι το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε, ότι υπήρξε ψυχαγωγία. Οι φωτογραφίες τεκμηριώνουν σκηνές κατανάλωσης που συνέβησαν μακριά από το βλέμμα της οικογένειας, των φίλων, των γειτόνων. Η εξάρτηση όμως από τη φωτογραφική μηχανή, ως συσκευή η οποία καθιστά πραγματική την εμπειρία που κάποιος αποκτά, δεν εξασθενεί όταν οι άνθρωποι ταξιδεύουν περισσότερο. Το να πάιρνει κανείς φωτογραφίες ικανοποιεί την ίδια ανάγκη στους κοσμοπολίτες που συσσωρεύουν φωτογραφίες τρόπαια από το διάπλου του Άνω Νείλου ή το δεκαπενθήμερό τους στην Κίνα, όπως και στους μικρομεσαίους αδειούχους που τραβούν στιγμιότυπα στον πύργο του Άιφελ ή στους καταρράκτες του Νιαγάρα.
Το να παίρνει κανείς φωτογραφίες, εκτός από τρόπος επικύρωσης της εμπειρίας, είναι επίσης και ένας τρόπος άρνησης της - περιορίζοντας την εμπειρία σε αναζήτηση της φωτογένειας, μετατρέποντας την εμπειρία σε εικόνα, σ΄ ένα ενθύμιο. Το ταξίδι μετατρέπεται σε στρατηγική συσσώρευσης φωτογραφιών. Η ίδια η δραστηριότητα της λήψης φωτογραφιών είναι κατευναστική και καταπραϋνει γενικώς συναισθήματα αποπροσανατολισμού τα οποία λογικά επιτείνονται εξαιτίας του ταξιδιού. Οι περισσότεροι τουρίστες αισθάνονται υποχρεωμένοι να τοποθετήσουν την φωτογραφική μηχανή ανάμεσα στους εαυτούς και σε οτιδήποτε αξιόλογο συναντήσουν. Αβέβαιοι για άλλου είδους αντιδράσεις, παίρνουν μια φωτογραφία. Αυτό μορφοποιεί την εμπειρία: σταματάς, τραβάς μια φωτογραφία και συνεχίζεις. Η μέθοδος γοητεύει ιδιαιτέρως ανθρώπους οι οποίοι μειονεκτούν εξαιτίας μιας ανελέητης εργασιακής ηθικής - Γερμανούς, Γιαπωνέζους και Αμερικάνους. Η χρήση της κάμερας καταπραϋνει την ανυσηχία που οι εργασιομανείς αισθάνονται επειδή δεν δουλεύουν, όταν βρίσκονται σε διακοπές και υποτίθεται περνάνε καλά. Έχουν να κάνουν κάτι που μοιάζει με φιλική απομίμηση εργασίας: μπορούν να παίρνουν φωτογραφίες.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Susan Sontag "Περι Φωτογραφίας"
Εκδόσεις: Φωτογράφος
ΕΥΤΥΧΩΣ (Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ) ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΝΟΗΜΑ
φωτογραφία: Γιάννης Ζινδριλής
Αν όμως η φωτογραφία δεν είναι ζωγραφική, τότε μήπως είναι γλώσσα (πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει πως μια φωτογραφία αξίζει όσο χίλιες λέξεις); Μήπως προορισμός της καλλιτεχνικής φωτογραφίας είναι η μετάδοση μιας ιδέας, η διατύπωση μιας άποψης; Στην ανάλυση, όμως, που προηγήθηκε, καθώς και στα περισσότερα παραδείγματα που εξετάσαμε,δείξαμε πως η φωτογραφική εικόνα παίρνει το νόημά της από ένα πολιτιστικό πλέγμα γνώσεων και αντιλήψεων, που στην πλειονότητά τους είναι εξωφωτογραφικές. Οι εκφραστικές δυνατότητες της φωτογραφίας ως οπτικής γλώσσας φαίνονται το ίδιο φτωχές. Πως μπορείς, εξάλλου, να διατυπώσεις μια ιδέα, όταν ακόμα και στην περίπτωση που θέλεις να αναφερθείς απλά σ΄ένα πράγμα, το μέσο που διαθέτεις απαντά πάντοτε λέγοντας αυτό το πράγμα. Ποιές μπορεί να είναι οι επιλογές σου, όταν κάθε σημείο που παράγεις αναφέρεται αναγκαστικά σ΄ένα μοναδικό πραγματικό αντικείμενο και μάλιστα στην οπτική παρουσία του ιδωμένη από ένα συγκεκριμένο σημείο;
"Όταν λέω "να ένα δένδρο" σημαίνει πως αναγνωρίζω στη φωτογραφία τη μορφή ενός δένδρου. Αναγνωρίζω το δένδρο σαν μορφή δένδρο, όχι σαν έννοια δένδρο. Μια φόρμα δεν σημαίνει τίποτα. Ούτε η φωτογραφία ούτε το ίδιο το δένδρο δεν μου λένε πως το δένδρο είναι φυτό, γεννά καρπούς, είναι από ξύλο, κ.ο.κ. Ότι προσδιορίζει και δίνει νόημα στη λέξη δένδρο, ότι γνωρίζω από τη διαστάυρωση διαφόρων πληροφοριών και αναμνήσεων (σημεία απ΄όπου το έχω δει, μυρωδιές, θόρυβοι, προηγούμενες γνώσεις επιστημονικές ή πρακτικές) απουσιάζει από τη φωτογραφία. Κι αν νομίζω πως τις βρίσκω στη φωτογραφία είναι γιατί εγώ τις τοποθετώ εκεί" *
Οι αμφιβολίες των φωτογράφων-δημιουργών και η δυσπιστία των θεατών είναι απόλυτα δικαιολογημένες, όταν κάποιος προσπαθεί να κάνει με τη φωτογραφία κάτι διαφορετικό απ΄ αυτό που επιτρέπει η φύση της. Ευτυχώς όμως τίποτα δεν μπορεί να αποδεσμέυσει τη φωτογραφία από αυτό που αναπαριστά.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Κωστή Αντωνιάδη: Λανθάνουσα Εικόνα
Εκδόσεις : Μωρεσόπουλος/φωτογραφία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου