Η αστυνομία εύρε περί τους 25 Έλληνας κοιμώμενους και διαιτωμένους εις εν στενότατον δωμάτιον.
Αμέσως η αστυνομία εξεδίωξε τούτους εκείθεν και απολύμανε καταλλήλως το δωμάτιον τούτο, εξ ού ηπειλείτο η υγεία του περίοικου πληθυσμού. Ένεκα τούτου η συνάδελφος εφημερίς επιτίθεται δρυμήτατα κατά των Ελλήνων, λέγει δ’ ότι εκ της ελεεινής τούτων υγιεινής καταστάσεως απειλείται η υγεία όλης της πόλης”.
“Όταν ήρθα να δουλέψω στη Φίλιπς, είχα κάτι μάτια να! Και επειδή είχα τόσο καλά μάτια, ο προϊστάμενος μου ανέθετε όλη τη λεπτή δουλειά. Δεν μετακινήθηκα ποτέ σε άλλο πόστο. Επί δέκα χρόνια καθόμουνα σκυμμένη πάνω σε κείνα τα μικρά λαμπερά εξαρτήματα και τα διάλεγα. Ήμασταν δυο. Αν φτιάχναμε μαζί 15.000 κομμάτια την ημέρα, εγώ έκανα τα 11.000. Οπότε καταλαβαίνεις! Την άλλη γυναίκα την άλλαξαν γρήγορα, αλλά εμένα μ’ αφήσανε.
Πολλές φορές ζήτησα να μου δώσουν άλλη δουλειά, γιατί κουραζόμουν πολύ να κάνω συνέχεια τα ίδια και τα ίδια. Αλλά τότε ο προϊστάμενος μου έλεγε: Όχι εσένα δεν σ’ αλλάζουμε με καμιά κυβέρνηση. Εσύ κάνεις 11.000 κομμάτια. Είσαι η καλύτερη εργάτρια μας. Και όταν τον είδα τελευταία και του είπα ότι έχω σχεδόν τυφλωθεί στα δυο μάτια, μου είπε: Τι λες, κορίτσι μου, δεν το περίμενα να χάσουμε τέτοια καλή εργάτρια….”
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Μιχάλη Τσάκαλου ¨Η σύγχρονη ελληνική μετανάστευση μεταξύ θεωρίας και εμπειρίας¨
Πατησίων και Ηπείρου, Αθήνα 2011